Αρχική » Ελλάδα: Μόνο το 39% της ενέργειας παράγεται από ΑΠΕ
ΕΡΕΥΝΕΣ

Ελλάδα: Μόνο το 39% της ενέργειας παράγεται από ΑΠΕ

Σύμφωνα με έρευνα του Pricefox, η Ελλάδα έχει υψηλότερο ποσοστό παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από Ανανεώσιμες Πηγές (ΑΠΕ) σε σχέση με το μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά υστερεί σημαντικά από τις άλλες χώρες του νότου.

Η ενεργειακή κατάσταση της Ε.Ε. επηρεάζει άμεσα τους καταναλωτές, αφού από αυτήν εξαρτάται η διαθεσιμότητα και η τιμή του ρεύματος που φτάνει σε αυτούς. Η πρόσφατη έρευνα του Pricefox σχετικά με την παραγωγή ενέργειας το 2022 επιλεγμένων χωρών της Ε.Ε ρίχνει φως στην ενέργεια και παρουσιάζει πού βρίσκεται η Ελλάδα συγκριτικά με το μέσο όρο της Ε.Ε. Διαβάστε παρακάτω ποια είναι η ενεργειακή κατάσταση της Ελλάδας.

Πού βρίσκεται η Ελλάδα σε σχέση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες στην παραγωγή ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές;

Μόλις το 1/3 της ηλεκτρικής ενέργειας που παράγουν συνολικά τα μέλη της Ε.Ε. προέρχεται από Ανανεώσιμες Πηγές (ΑΠΕ). Το ποσό αυτό αρκεί για να καλύψει μόλις το 16% των ενεργειακών αναγκών των κρατών-μελών, καθώς το 58% της απαιτούμενης ενέργειας είναι εισαγόμενο (αν και οι ηγέτες της Ε.Ε. συμφώνησαν να καταργήσουν σταδιακά την εξάρτηση της Ε.Ε. από άλλες χώρες-παραγωγούς).

Η Ελλάδα έχει υψηλότερο ποσοστό παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από Ανανεώσιμες Πηγές (ΑΠΕ) σε σχέση με το μέσο όρο της Ε.Ε. Συγκεκριμένα το 39% της συνολικής ενέργειας που παράγει προέρχεται από ΑΠΕ με το 52% να προέρχεται από αιολικές πηγές, το 30% από ηλιακές και το 18% από υδροηλεκτρικές πηγές. Το 43% των ενεργειακών αναγκών της, ωστόσο, η Ελλάδα το καλύπτει με φυσικό αέριο, το οποίο φτάνει το 71% της παραγόμενης ενέργειας από μη ΑΠΕ.

Από τις χώρες του Νότου, η Πορτογαλία παρουσιάζει τη μικρότερη εξάρτηση από μη ΑΠΕ για την κάλυψη των ενεργειακών της αναγκών, καθώς μόλις το 39% της συνολικής της παραγωγής προέρχεται από αυτές. Αντίθετα καλύπτει το 21% των αναγκών της από υδροηλεκτρικές πηγές και το 32% από αιολικές.

Η Ισπανία καλύπτει τις ενεργειακές της ανάγκες κατά 43% από Ανανεώσιμες Πηγές ενέργειας, με το 53% να προέρχεται από αιολικές πηγές. Μεγάλο ποσοστό της παραγόμενης ενέργειας γίνεται από πυρηνικά καύσιμα και φυσικό αέριο, τα οποία καλύπτουν το 20% και 30% των αναγκών της αντίστοιχα.

Η Ιταλία παράγει το 57% της συνολικής της ηλεκτρικής ενέργειας από ΑΠΕ, η οποία παρουσιάζει τη μεγαλύτερη ποικιλία ΑΠΕ από όλες τις χώρες του Νότου. Συγκεκριμένα, περίπου το ⅓ (35%) της παραγόμενης ηλεκτρικής ενέργειας από εναλλακτικές πηγές προέρχεται από υδροηλεκτρικές πηγές, το 1/3 από ηλιακές και το υπόλοιπο από αιολικές και γεωθερμικές πηγές. Το 86% της ηλεκτρικής ενέργειας που παράγει η Ιταλία από μη Ανανεώσιμες Πηγές προέρχεται από φυσικό αέριο, το οποίο καλύπτει το 37% των αναγκών της.

Από τις χώρες του Βορρά, η Γερμανία εμφανίζει υψηλή εξάρτηση από μη ΑΠΕ, φτάνοντας το 57%. Το 35% των αναγκών της το καλύπτει με άνθρακα και βιομηχανικά παραγόμενα αέρια, ενώ από αιολικές πηγές, που αποτελούν το 63% της παραγωγής της από ΑΠΕ, καλύπτει μόλις το 27% των αναγκών της.

Ο βόρειος γείτονας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η Νορβηγία, έχει πλήρη απεξάρτηση από τις μη Ανανεώσιμες Πηγές ενέργειας και βασίζει την παραγωγή της κατά 90% σε υδροηλεκτρικές πηγές και το υπόλοιπο 10% σε αιολικές.

Όλα τα παραπάνω στοιχεία αφορούν το 2022.

Γιατί είναι σημαντική η παραγωγή ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές;

Το ποσοστό παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από ΑΠΕ επηρεάζει τις τελικές τιμές του ρεύματος, που φτάνουν στον καταναλωτή. Πιο συγκεκριμένα, η αύξηση του ποσοστού αυτού και γενικότερα η απεξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα προστατεύει την αγορά από κρίσεις όπως αυτή του περασμένου έτους και άρα προστατεύει τον καταναλωτή από απότομες και απρόβλεπτες αυξήσεις τιμών.

Με δύο τρόπους επηρεάζει η παραγωγή ενέργειας από ΑΠΕ την τελική τιμή του ρεύματος:

Πρώτον, σε επίπεδο αγοράς, η μείωση της εξάρτησης από το φυσικό αέριο αποσυνδέει την τιμή του ρεύματος από την τιμή του φυσικού αερίου κι έτσι μεταβολές στη δεύτερη δεν επηρεάζουν σε μεγάλο βαθμό την πρώτη. Δηλαδή καθιστά την τιμή πιο σταθερή και μειώνει τις ξαφνικές αυξομειώσεις.

Δεύτερον, σε τοπικό επίπεδο, η αύξηση της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από ΑΠΕ αυξάνει την επαρκή ρευστότητα της αγοράς και εξαλείφει τη στενότητα επάρκειας ισχύος που χαρακτηρίζει τη χώρα μας, επιτρέποντας στις τιμές χονδρικής να πέσουν (και άρα και της λιανικής).

Επομένως συμφέρει την Ελλάδα και την Ε.Ε. να επενδύσουν σε ΑΠΕ και να αυξήσουν το ποσοστό παραγωγής από αυτές.

Πόσα πληρώνουν οι πάροχοι ρεύματος στην Ελλάδα την MGh σε σχέση με άλλους ευρωπαϊκούς παρόχους;

Η Ελλάδα κατέχει την πρωτιά για το 2023 στη χονδρική τιμή που αγοράζουν οι πάροχοι τη MWh κατά μέσο όρο, φτάνοντας τα €170,42. Ακολουθούν η Ιταλία με €170,42 και η Ιρλανδία με €163,07, ενώ τις χαμηλότερες τιμές έχουν η Ουκρανία, η Σουηδία και η Φινλανδία με €76,73, €77,60 και €82,30 αντίστοιχα.

Παρόλα αυτά, ο Μάρτιος κυμαίνεται σε αρκετά χαμηλότερα επίπεδα τιμών στην Ελλάδα με μέσο όρο τα €140,91, €29,51 χαμηλότερα από το μέσο όρο του 2023. Οι τιμές χονδρικής της MGh αναμένεται να μειωθούν τους επόμενους μήνες, καθώς οι ενεργειακές ανάγκες της χώρας μειώνονται ελαφρώς. Τη μεγαλύτερη μείωση τιμής αυτόν το μήνα σε σχέση με τον ετήσιο μέσο όρο παρουσιάζει η Τουρκία, αφού τον Μάρτιο αγοράζει τη MWh στα €115,47 έναντι €149,93, δηλαδή €34,46 λιγότερα. Αντίθετα τη μεγαλύτερη αύξηση την παρουσιάζουν η Ισπανία και η Πορτογαλία, οι οποίες το Μάρτιο πληρώνουν τη MWh €24,62 και €30,78 ακριβότερα από ό,τι τον υπόλοιπο χρόνο, κατά μέσο όρο.

Το Pricefox στέκεται δίπλα στον καταναλωτή και βρίσκει συνεχώς τρόπους, ώστε να εξοικονομήσει όσα περισσότερα χρήματα γίνεται. Πλέον με τη νέα υπηρεσία οι καταναλωτές μπορούν να συγκρίνουν παρόχους ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου και να αλλάξουν πάροχο online εξοικονομώντας έως και €32 από τον μηνιαίο λογαριασμό ρεύματος.